αλδεϋδαμμωνία

αλδεϋδαμμωνία
ή 1-αμινοαιθανόλη, η Χημ.
οργανική ένωση με τύπο CH3CHOHNH2. Άσπρο κρυσταλλικό στερεό, ευδιάλυτο στο νερό και το οινόπνευμα, με σημείο τήξεως 97°C (με μερική αποσύνθεση). Παρασκευάζεται με επίδραση ξηρής αέριας αμμωνίας σε ακεταλδεΰδη. Χρησιμοποιείται ως επιταχυντής στο βουλκανισμό (θείωση) τού ελαστικού, σε οργανικές συνθέσεις και ως πηγή ακεταλδεΰδης και αμμωνίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. aldehyde ammonia < aldehyde, «αλδεΰδη, (πρβλ. αλδεΰδ-ες) + ammonia (πρβλ. αμμωνία)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αλανίνη — Οργανική χημική ένωση (αμινοξύ των πρωτεϊνών). Είναι σώμα στερεό, με υπόγλυκη γεύση, αποσυντίθεται στους 295°C και κρυσταλλώνεται κατά το μονοκλινές ή ρομβικό σύστημα. Βρίσκεται σε φυσική κατάσταση, σε δύο ισομερείς μορφές: την α α. (ενεργός ή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”